Καντ: Τα θεμέλια

Immanuel Kant: Τα θεμέλια της Μεταφυσικής των ηθών.

Εισαγωγή - Μετάφραση - Σχόλια Γιάννη Τζαβάρα. Εκδόσεις "Δωδώνη", Αθήνα 1984.

 

ΑΠΟ ΤΑ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ:

Κεφάλαιο πρώτο:

Μετάβαση από την κοινή γνώση περί ηθικότητας στη φιλοσοφική γνώση περί ηθικότητας

Κεφάλαιο δεύτερο:

Μετάβαση από τη λαϊκή ηθική Φιλοσοφία στη Μεταφυσική των ηθών

Κεφάλαιο τρίτο:

Μετάβαση από τη Μεταφυσική των ηθών στην κριτική της καθαρής πρακτικής λογικής

 

 

 

Α) Στο περιοδικό «Περισκόπιο της Επιστήμης», τεύχος 76 (Μάιος του 1985), σελ. 90, δημοσιεύτηκε η εξής παρουσίαση:

Τα θεμέλια της Μεταφυσικής των ηθών του Καντ είναι ένα φιλοσοφικό κείμενο που έχει στην πλάτη του δύο περίπου αιώνες. Το όλο έργο αποτελείται από ένα σύντομο πρόλογο και από τρία κεφάλαια:

Κεφάλαιο πρώτο: «Μετάβαση από την κοινή γνώση περί ηθικότητας στη φιλοσοφική γνώση περί ηθικότητας».

Κεφάλαιο δεύτερο: «Μετάβαση από τη λαϊκή ηθική Φιλοσοφία στη Μεταφυσική των ηθών».

Κεφάλαιο τρίτο: «Μετάβαση από τη Μεταφυσική των ηθών στην Κριτική της καθαρής πρακτικής λογικής».

Η επιτυχής επιμέλεια του Γ. Τζαβάρα που ξεπέρασε κατά τον καλύτερο τρόπο τα μεταφραστικά προβλήματα που αντιμετώπισε, η επιλογή της βιβλιογραφίας και οι βοηθητικοί πίνακες που ακολουθούν το κείμενο, συνθέτουν μια ελκυστική έκδοση στη γλώσσα μας του πολυσυζητημένου αυτού έργου του Ιμμάνουελ Καντ.

 

Β) Στο περιοδικό «Ελληνική Φιλοσοφική Επιθεώρηση», τόμος 3 (1986), σελ. 84-86, δημοσιεύτηκε η εξής κριτική του Νικολάου Χρόνη, Λέκτορα Φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου Αθηνών:

Immanuel Kant, Τα θεμέλια της μεταφυσικής των ηθών. Εισαγωγή, μετάφραση, σχόλια Γιάννη Τζαβάρα, εκδ. Δωδώνη, Αθήνα-Γιάννινα 1984, 144 σελίδες.

Η μετάφραση ενός φιλοσοφικού έργου δεν αποτελεί απλή μεταφορά των διανοημάτων του συγγραφέα του σε μια άλλη γλώσσα. Συνιστά πρωτίστως ερμηνευτικό άθλο, του οποίου η πραγμάτωση απαιτεί όχι μόνο την αρίστη γνώση της γλώσσας του πρωτοτύπου και εκείνης στην οποίαν αυτό μεταφράζεται, αλλά και την κατά το δυνατόν πλήρη γνώση της εν γένει διδασκαλίας του μεταφραζομένου φιλοσόφου. Το μεταφραστικό εγχείρημα καθίσταται ιδιαίτερα δύσκολο, όταν αφορά φιλοσόφους όπως ο Kant, του οποίου τα μεν νοήματα είναι πολυσύνθετα, το δε ύφος πολύπλοκο, ενίοτε δε και σκοτεινό.

Οι μεταφραστικές δυσχέρειες επαυξάνονται, μερικές μάλιστα φορές σε βαθμό που να επενεργούν καταλυτικά, όταν επιχειρείται – για να μην πω αποτολμάται – η μετάφραση ενός έργου του Kant στη δημοτική μας γλώσσα, η οποία, όπως παρατήρησε ο Αναστάσιος Γιανναράς (βλ. την εισαγωγή στη μετάφραση της Κριτικής του καθαρού λόγου, σ. 14), «παρουσιάζει στη φιλοσοφική χρήση μια φραστική και συντακτική δυσκαμψία». Ο τρόπος, εξ άλλου, κατά τον οποίον ο Kant διαμορφώνει την ορολογία του, δημιουργεί επιπρόσθετες δυσκολίες στον έλληνα μεταφραστή. Ο Kant, όπως όλοι σχεδόν οι Δυτικοευρωπαίοι φιλόσοφοι, διαμορφώνει την ορολογία του και με τη βοήθεια της λατινικής γλώσσας. Ενίοτε πάλι νοηματοδοτεί ελληνογενείς όρους με περιεχόμενο διαφορετικό από εκείνο που αποδίδει στις αντίστοιχες προς αυτούς γερμανικές λέξεις. Με τον τρόπον αυτόν επιτυγχάνει θεμελιώδεις για τη φιλοσοφία του εννοιολογικές διακρίσεις, οι οποίες είναι δύσκολο να αποδοθούν μονολεκτικώς στα ελληνικά. Την δυσκολία αυτή δεν την αντιμετωπίζει ο Δυτικοευρωπαίος μεταφραστής. Αυτός μεθοδεύει την απόδοση των εν λόγω όρων σύμφωνα με τον τρόπο σχηματισμού των. Το βασανιστικό, λ.χ., για τον έλληνα μεταφραστή πρόβλημα της αποδόσεως των όρων transzendent και transzendental δεν το αντιμετωπίζει ο άγγλος ή ο γάλλος μεταφραστής. Αυτοί μεταγράφουν απλώς στη γλώσσα τους τους όρους αυτούς. Επίσης, η διάκριση που κάνει ο Kant μεταξύ Erscheinung και Phänomenon ή μεταξύ Erfahrung και Empirisch είναι δύσκολο, αν όχι αδύνατο, να αποδοθεί στα ελληνικά με μία λέξη. Για τον λόγον αυτόν – ασφαλώς και για πολλούς άλλους – θεωρούμε τόλμημα την μετάφραση στην ελληνική γλώσσα ενός έργου του Kant, συνάμα όμως και προσφορά προς όσους ενδιαφέρονται για την φιλοσοφία, εφ’ όσον βέβαια διαθέτει εκείνη (η μετάφραση) τα στοιχεία της εγκυρότητας. Με ιδιαίτερη συνεπώς χαρά πληροφορούμε τον αναγνώστη μας ότι ένα τέτοιο τόλμημα και ως επί το πολύ έφερε επιτυχώς εις πέρας ο κ. Τζαβάρας, μεταφράζοντας το έργο: Grundlegung zur Metaphysik der Sitten.

Ο κ. Τζαβάρας επεδίωξε να γνωρίσει στον αναγνώστη του τον φιλόσοφο Kant. Δεν αδιαφόρησε όμως για τον συγγραφέα Kant. Σεβάστηκε περισσότερο τον πρώτο, δεν παραποίησε όμως τον δεύτερο. Ομολογουμένως έσπασε το μακροπερίοδο ύφος και δεν διατήρησε τον υποτεταγμένο λόγο. Θα πρέπει όμως να σημειώσουμε ότι κανείς μικρότερος του N. Kemp Smith έπραξε το ίδιο. Γενικώς ειπείν, η μετάφραση του κ. Τζαβάρα διακρίνεται για την σαφήνεια και την ως επί το πολύ πιστότητά της. Διακρίνεται για την έλλειψη πλατειασμών και την απουσία επινενοημένων παρενθετικών προσθηκών στο κείμενο, οι οποίες τις περισσότερες φορές όχι μόνο δεν διασαφούν – όπως συνήθως πιστεύεται – τα νοήματα του συγγραφέα, αλλά τα συσκοτίζουν και τα παραποιούν. Ακόμη, ο κ. Τζαβάρας σχολιάζει σε υποσημειώσεις τα δύσληπτα σημεία του έργου, προσθέτει δε στο τέλος χρήσιμο πίνακα εννοιών.

Το δυσκολώτερο πρόβλημα που είχε να αντιμετωπίσει ο κ. Τζαβάρας είναι αυτό που βασανίζει κάθε σοβαρό μεταφραστή. Η απόδοση της ορολογίας. Ο κ. Τζαβάρας επιχειρεί να λύσει το πρόβλημα τούτο, προσφεύγοντας ως επί το πολύ «στο καθημερινό μας λεξιλόγιο» (σ. 9, σημ. 2). Δεν διευκρινίζει αν με τη φράση αυτή εννοεί τη φυσική γλώσσα της αναστροφής ή κάτι άλλο. Ό,τι πάντως και εάν έχει κατά νουν, είναι κατά την γνώμη μας – διάφανη η προσπάθειά του να αποφύγει την χρησιμοποίηση λέξεων που μας έχει κληροδοτήσει η λογία παράδοση. Δεν κρίνουμε την ορθότητα ή όχι μιας τέτοιας ενέργειας, γιατί θα έπρεπε να επεκταθούμε σε θέματα που δεν μπορούν να συζητηθούν στα περιορισμένα πλαίσια μιας βιβλιοκρισίας. Νομίζουμε, πάντως, ότι οφείλουμε να αντλούμε και από τον αστείρευτο εννοιολογικό πλούτο της φιλοσοφικής μας παραδόσεως.

Η παραπάνω παρατήρηση δεν υποσημαίνει πρόθεση αντιδικίας με τον κ. Τζαβάρα. Δείχνει απλώς την άποψή μας σχετικά με την αντιμετώπιση των προβλημάτων που δημιουργεί η ανάγκη αποδόσεως στη νεοελληνική μας γλώσσα των όρων που χρησιμοποιούν ξένοι φιλόσοφοι. Άλλωστε δεν αρνούμεθα την χρησιμοποίηση λέξεων της καθημερινής γλώσσας για την απόδοση ξενογλώσσων όρων, αρκεί εκείνες να διαθέτουν τα γνωρίσματα αυτών και να ασκούν την ίδια νοηματική επενέργεια. Όταν αυτό δεν συμβαίνει, πρέπει – κατά τη γνώμη μας – να προσφεύγουμε στη φιλοσοφική παράδοση. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίον δεν συμφωνούμε με την απόδοση της λέξεως Vernunft με την λέξη «λογική». Ο κ. Τζαβάρας διακρίνει (σ. 9, σημ. 2) τη «λογική (με το αρχικό γράμμα μικρό) από τη Λογική (με κεφαλαίο» και υποστηρίζει ότι ο όρος Vernunft «εννοεί τη λογική μας ικανότητα να σκεφτόμαστε ορθά (π.χ.: κάνω ό,τι μου υπαγορεύει η λογική μου)». Κατά τη γνώμη μας, ο όρος Vernunft ενέχει νοηματική ευρύτητα (βλ. και το σχετικό λήμμα εις R. Eisler, Kant-Lexicon, Hildesheim 1964, σς. 572-578), για τούτο και επιβάλλεται να διατηρηθεί η καθιερωμένη μετάφρασή του με τη λέξη λόγος.

Ιδιαίτερα αξιοπρόσεκτη είναι η προσπάθεια του κ. Τζαβάρα να προτείνει νέα μετάφραση της λέξεως transzendental. Επικαλούμενος αυτός το περιεχόμενό της (σ. 29, σημ. 28), την μεταφράζει με το επίθετο «υπερβασιακός». Δικαιούται ασφαλώς κάποιος να μην αποδεχθεί την προτεινόμενη μετάφραση۰ δεν δικαιούται όμως να παρίδει τον προβληματισμό του μεταφραστή και την εγκυρότητα της μεταφραστικής αρχής του σχετικά με την μετάφραση του εν λόγω όρου.

Θα θέλαμε, τελειώνοντας, να προτείνουμε μια άλλη μετάφραση για ορισμένες λέξεις. Η φράση, λ.χ., verborgene Qualitäten (σ. 30 του γερμανικού κειμένου) θα ήταν, κατά τη γνώμη μας, δοκιμώτερο να μεταφρασθεί λανθάνουσες ποιότητες και όχι «απόκρυφες ποιότητες» (σ. 56 της μεταφράσεως), επειδή το επίθετο απόκρυφος έχει ένα ιδιότυπο νοηματικό περιεχόμενο στη γλώσσα μας σήμερα. Ακόμη η λέξη Selbstliebe ίσως θα ήταν ορθότερο να μεταφρασθεί φιλαυτία και όχι «εγωισμός». Επίσης, ορισμένες προθέσεις καλόν είναι, νομίζομε, να μεταφράζονται κατά τρόπο που να γίνεται φανερή η λειτουργία που ο Kant αποδίδει στις έννοιες με τις οποίες τις συνάπτει. Αν, λ.χ., ο εμπρόθετος προσδιορισμός durch deinen Willen, που απαντά στην πρόταση (handle so), als ob die Maxime deiner Handlung durch deinen Willen zum allgemeinen Naturgesetze werden sollte (σ. 43), μεταφρασθεί μέσω της… και όχι «με τη…» (σ. 71 της μεταφράσεως), γίνεται – κατά τη γνώμη μας – διάφανη η λεπτή, αλλά ουσιώδης διάκριση του μέσου από το όργανο και τον τρόπο.

Οι παραπάνω παρατηρήσεις δεν συνιστούν υποδείξεις. Αποτελούν απλώς εναλλακτικές προτάσεις. Ο γράφων εβίωσε τον μεταφραστικό μόχθο του Αναστασίου Γιανναρά. Γνωρίζει συνεπώς τις αρετές που απαιτούνται για την έγκυρη μετάφραση ενός έργου του Kant. Έχει λοιπόν τη γνώμη ότι ο κ. Τζαβάρας εξεπόνησε μια σωστή γενικώς μετάφραση του έργου Grundlegung zur Metaphysik der Sitten.

Ο κ. Τζαβάρας έχει ήδη μεταφράσει τα Προλεγόμενα σε κάθε μελλοντική μεταφυσική. Ευχή μας να μεταφράσει και άλλα έργα του Kant.

Νικόλαος Χρόνης

Λέκτορας της Φιλοσοφίας

του Πανεπιστημίου Αθηνών

 

 

Γ) Στο περιοδικό «Εποπτεία», τεύχος 95 (1984), σελ. 1060-1062, δημοσιεύτηκε η εξής βιβλιοκρισία:

* KANT IMMANUEL: Τα θεμέλια της Μεταφυσικής των ηθών. Εισαγ., μτφρ., σχόλια Γιάννη Τζαβάρα. Αθήνα 1984, Δωδώνη, 144 σ.

Η σημασία της εκδόσεως αυτού του έργου στη γλώσσα μας είναι περισσότερο από προφανής. Χωρίς αμφιβολία, ο μεταφραστής είναι γνησίως φιλοσοφικό πνεύμα και δεν αφήνει τίποτα αβασάνιστο. Εν τούτοις, διαφωνώ με την ερμηνευτική οδό που ακολουθεί. Η ένστασή μου έγκειται στην εκ μέρους μου απόρριψη της λαϊκότροπης φιλοσοφικής γλώσσας, που επιχειρεί να κατασκευάση ο κ. Τζαβάρας. Δεν είναι η γλώσσα αυτό που εμποδίζει τον λαό να διαβάζη Καντ۰ ούτε ο γερμανικός λαός διαβάζει Καντ. Από την άλλη, χρειαζόμαστε – όσοι πασχίζουμε να κατανοήσουμε τη φιλοσοφία – μια γλώσσα της μέγιστης δυνατής ακριβείας. Πολλά επιστημονικά κείμενα δεν μπορούμε να τα μεταφράσουμε, ακριβώς διότι στερούμεθα της απαιτουμένης ακριβείας. Ποιον, λοιπόν, ωφελεί η μετάφραση του Vernunft, π.χ., ως λογική με το επιχείρημα ότι «η λέξη έχει πια ενσωματωθεί στο καθημερινό μας λεξιλόγιο»; Τι σχέση μπορεί να έχη το καθημερινό λεξιλόγιο με το κείμενο του Καντ; Και πού μπορεί να οδηγήση η ακατανόητη προσπάθεια του κ. Τζαβάρα να υποτάξη τη φιλοσοφική γλώσσα στο λεξιλόγιο των αναγνωστών του «Ταχυδρόμου»; Κείμενα όπως αυτά που μεταφράζει ο κ. Τζαβάρας δεν μεταφράζονται εύκολα۰ ούτε, άλλωστε, βρίσκεις εύκολα μεταφραστή έναν άνθρωπο επιπέδου Τζαβάρα. Δεν είναι, λοιπόν, σοβαρό ατύχημα τέτοιες μεταφραστικές επιλογές;