Η καθολική διάδοση της απελπισίας
Γιάννη Τζαβάρα: Η καθολική διάδοση της απελπισίας. (Σπουδή στον Κίρκεγκωρ). «Δωδώνη», Αθήνα-Γιάννινα 1997, 202 σελίδες.
Για ηλεκτρονική παραγγελία αυτού του βιβλίου, πατήστε εδώ.
Αυτό το βιβλίο εξετάζει τη διαπίστωση του Δανού στοχαστή Σαίρεν Κίρκεγκωρ (1813-1855) ότι η απελπισία είναι μια πνευματικά θανατηφόρα ασθένεια που διαχέεται σε όλα τα γήινα όντα και είναι κατ’ ουσίαν διαδεδομένη σε όλο το ανθρώπινο γένος.
Στην Εισαγωγή παρέχεται μια πρώτη εξήγηση αυτής της διαπίστωσης βάσει ψυχολογικών δεδομένων αφενός και βάσει της χριστιανικής πεποίθησης αφετέρου ότι η απελπισία συνδέεται με την αμαρτία, η οποία είναι ένα καθολικό γνώρισμα του ανθρώπινου γένους. Ως βασικές καταβολές αυτής της χριστιανικής πεποίθησης αναφέρονται ο ιερός Αυγουστίνος, ο Ιωάννης της Κλίμακος και ο Θωμάς Ακινάτης. Στην Εισαγωγή θίγεται επίσης η γονιμότητα της κιρκεγκωριανής απελπισιολογίας, με κύρια αναφορά στον Γερμανό καθηγητή Michael Theunissen, ο οποίος σε αλλεπάλληλες εργασίες προσπαθεί να διερμηνεύσει τη σκέψη του Κίρκεγκωρ πάνω στη βάση κοινωνικο-φιλοσοφικών προϋποθέσεων. Τέλος καταγράφονται οι προϋποθέσεις, τις οποίες θέτει ρητά ο ίδιος ο Κίρκεγκωρ: η οπτική ενός αυστηρού χριστιανού (τον οποίο ο Κίρκεγκωρ τοποθετεί ψευδώνυμα στη θέση του συγγραφέα του σχετικού βιβλίου του), κύριος στόχος του οποίου είναι η εποικοδόμηση.
Στο 1ο Κεφάλαιο παρέχεται μια ερμηνεία των κύριων στοιχείων της κιρκεγκωριανής απελπισιολογίας. Διαπιστώνεται ότι ο τόπος της απελπισίας δεν είναι η ανθρώπινη ψυχή – ώστε η απελπισία να εκληφθεί ως εμπειρικό ψυχικό φαινόμενο – αλλά ο ανθρώπινος εαυτός, που χαρακτηρίζεται ως πνευματικός. Αυτός ο εαυτός διακρίνεται από τον Κίρκεγκωρ σε «άμεσο» (δηλαδή ασυνειδητοποίητο) και συνειδητοποιημένο, και ως βασικές μορφές του δεύτερου ορίζονται α) ο απελπισμένος που δεν θέλει τον εαυτό του, και β) ο απελπισμένος που θέλει τον εαυτό του. Παράλληλα ο εαυτός ορίζεται ως ένα συνθετικό Τρίτο, του οποίου τα δύο πρώτα στοιχεία αναφέρονται πολύπλευρα ως α) το πεπερασμένο και η απεραντοσύνη, β) η δυνατότητα και η αναγκαιότητα, γ) η χρονικότητα και η αιωνιότητα. Για την εμβάθυνση στην καθολική διάδοση της απελπισίας ως πνευματικής ασθένειας κρίνεται απαραίτητη η διείσδυση στις έννοιες: ασθένεια – πνεύμα – κρίση του πνεύματος – ασυνειδητοποίητη απελπισία – διάδοση της απελπισίας σε όλα τα γήινα – καθολίκευση του απελπιστικού αντικείμενου ως απελπισμός από τα αιώνια – η απελπισία ως αμαρτία.
Στο 2ο Κεφάλαιο εξετάζεται η ερμηνευτική εργασία του Γερμανού καθηγητή Michael Theunissen, σύμφωνα προς τον οποίο η θεωρία του Κίρκεγκωρ περί απελπισίας ορίζεται ως «διαλεκτικός αρνητισμός». Ελέγχεται πρώτα το διττό νόημα αυτού του όρου, που αφορά τόσο το περιεχόμενο όσο και τη μέθοδο της κιρκεγκωριανής σκέψης, και αναδεικνύεται πολύπλευρα ανεπιτυχής. Στη συνέχεια ελέγχεται το βασικό ερμηνευτικό συμπέρασμα του Theunissen, ότι κάθε θετικό στοιχείο μέσα στον ανθρώπινο εαυτό προκύπτει διαλεκτικά μέσω αρνήσεων και αρνητικοτήτων – ανάμεσα στις οποίες νοείται και η απελπισία: Ούτε ο εαυτός ούτε το πνεύμα ούτε η σχέση με τον Θεό έχουν καθ’ εαυτά ένα θετικό χαρακτήρα, παρά μόνο μέσω άρνησης των αρνητικοτήτων. Εδώ αντικρούεται μια σειρά επιχειρημάτων του Theunissen που αφορούν τη δομή του κιρκεγκωριανού βιβλίου και τις κύριες διαλεκτικές του έννοιες: χρονικότητα-αιωνιότητα, αναγκαιότητα-ελευθερία κλπ. Τέλος αναλύεται ο προβληματικός χαρακτήρας του «αξιώματος», βάσει του οποίου ο Theunissen θεωρεί ότι ερμηνεύει διορθώνοντας (!) τον Κίρκεγκωρ: «Θέλουμε άμεσα να μην είμαστε αυτό που είμαστε».
Στο 3ο Κεφάλαιο προτείνεται ένα νέο πλαίσιο, μέσα στο οποίο μπορεί να ερμηνευθεί χωρίς διορθωτικές παρεμβάσεις ο κιρκεγκωριανός στοχασμός. Πρόκειται για την Ιατροθεολογία ως επιστημονική περιοχή που συνδυάζει ιατρικά και θεολογικά χαρακτηριστικά. Αυτό το ερμηνευτικό πλαίσιο προσδιορίζεται κατά τρόπο ώστε να προφυλαχθεί από ενδεχόμενη παρερμηνεία, και αναλύονται τρία ιατροθεολογικά αξιώματα που υπαγορεύονται από το περιεχόμενο και τη μέθοδο του σχετικού κιρκεγκωριανού κειμένου. Το εγχείρημα ολοκληρώνεται με εστίαση κυρίως στο τρίτο αξίωμα, που αφορά την καθολική διάδοση της απελπισίας σε όλα τα ανθρώπινα υποκείμενα. Έτσι η καθολική αυτή διάδοση βρίσκει έναν ερμηνευτικό «τόπο», τον οποίο δεν κατόρθωσε να βρει μέσα στο πλαίσιο που θέλησε να ορίσει ο Theunissen.